Αυξημένες πιθανότητες ανάπτυξης οστεοαρθρίτιδας γόνατος αντιμετωπίζουν τα άτομα που έχουν υποστεί τραυματισμό στην άρθρωση κατά τη διάρκεια της νεανικής ζωής τους. Έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο Lund της Σουηδίας και δημοσιεύθηκε online στο British Journal of Sports Medicine έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος εμφάνισης της πάθησης αυξάνεται κατά έξι φορές!
Η συγκεκριμένη δεν είναι η πρώτη μελέτη που ασχολήθηκε με την ύπαρξη της πιθανότητας οστεοαρθρίτιδας μετά από τραυματισμό. Έχουν πραγματοποιηθεί αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι ο τραυματισμός του γόνατος που προκύπτει κατά την εφηβεία και τα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για ανάπτυξη οστεοαρθρίτιδας στη συγκεκριμένη άρθρωση. Ωστόσο, στην πλειονότητά τους δεν περιελάμβαναν μεσήλικες ή ηλικιωμένους ανθρώπους. Βασίζονταν δε, κυρίως, σε αναδρομικές αναλύσεις, που ενέχουν τον κίνδυνο μεροληψίας και υπερεκτίμησης του συσχετισμού.
Δεδομένης της σπανιότητας των μεγάλων προοπτικών μελετών για το θέμα αυτό, ήταν, μέχρι πρότινος, ασαφές το μέγεθος του κινδύνου στον νεότερο πληθυσμό. Υπάρχουν αναφορές ότι εντός 10-20 ετών μετά από τον τραυματισμό του γόνατος, του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου ή/και της ρήξης μηνίσκου, οι μισοί άνθρωποι αναπτύσσουν ακτινογραφική οστεοαρθρίτιδα στη άρθρωση. Έτσι, αυτοί οι ασθενείς μπορεί να έχουν ένα ήδη “γερασμένο” γόνατο, ενώ είναι ακόμα σχετικά νέοι. Επιπλέον, εκτός από τον τραυματισμό του πρόσθιου χιαστού και της ρήξης μηνίσκου, σε παλαιότερες αυτές μελέτες δεν ήταν σαφές με ποιον τρόπο επηρεάζουν τον κίνδυνο για ανάπτυξη οστεοαρθρίτιδας γόνατος άλλοι τραυματισμοί στο γόνατο που συμβαίνουν σε νεαρή ηλικία, διαφορετικού βαθμού σοβαρότητας, όπως για παράδειγμα ένα κατάγματα της επιγονατίδας ή ένα εξάρθρωμα. Άγνωστο ήταν επίσης αν ο χρόνος για την ανάπτυξη κλινικά εμφανούς οστεοαρθρίτιδας γονάτου σε νεαρή ηλικία διαφέρει μεταξύ των τραυματισμένων και των μη τραυματισμένων ατόμων.
Με αυτά τα δεδομένα και για να καλύψουν αυτά τα κενά, οι σουηδοί επιστήμονες επιχείρησαν να εκτιμήσουν τον σχετικό και απόλυτο κίνδυνο κλινικά διαγνωσμένης οστεοαρθρίτιδας του γόνατος μετά από διάφορους τύπους τραυματισμών στο γόνατο, συγκρίνοντάς τους με άτομα που δεν είχαν τραυματιστεί όταν βρίσκονταν σε νεαρή ηλικία.
Η Barbara Snoeker και οι συνάδελφοί της ανέλυσαν στοιχεία από το Μητρώο Υγείας Skåne, το οποίο περιλαμβάνει όλες τις επισκέψεις για ιατρικούς λόγους 1,3 εκατομμυρίων ατόμων που ζουν στη Skåne της Σουηδίας. Εντοπίστηκαν 5500 άτομα ηλικίας 25 έως 34 ετών που είχαν τραυματιστεί στο γόνατο από το 1999 έως το 2007. Οι ερευνητές συνέκριναν αυτή την ομάδα με 143.788 άτομα της ίδιας ηλικιακής ομάδας που δεν είχαν τραυματίσει το γόνατο κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αλλά ήταν στη βάση δεδομένων εξαιτίας άλλων λόγων.
Μετά από 19 χρόνια, το 11,3% των ατόμων που είχαν υποστεί τραυματισμό στο γόνατο διαγνώστηκαν με οστεοαρθρίτιδα στην άρθρωση αυτή, ενώ μόνο το 4,0% εκείνων που δεν είχαν υποστεί τραυματισμούς στο γόνατο είχαν αναπτύξει την πάθηση.
Οι ερευνητές, αφού έλαβαν υπόψη τους την ηλικία, το φύλο, τον τόπο διαμονής, την εκπαίδευση, το εισόδημα, την ύπαρξη διαβήτη, παχυσαρκίας και υπέρτασης, διαπίστωσαν ότι 11 χρόνια μετά τον τραυματισμό η αναλογία κινδύνου (HR) για εμφάνιση οστεοαρθρίτιδας στην πρώτη ομάδα, συγκριτικά με τη δεύτερη, ήταν 5,7. Ο προσαρμοσμένος δείκτης HR ήταν 5,3 για τους άνδρες και 6,5 για τις γυναίκες. Για τα άτομα κάτω των 30 ετών, η προσαρμοσμένη αναλογία κινδύνου ήταν 7,6, ενώ για τα άτομα άνω των 30 ετών ήταν 4,7 μετά από 11 χρόνια. Αυτό δείχνει τον χαμηλότερο κίνδυνο για την οστεοαρθρίτιδα στους νεότερους, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Η προσαρμοσμένη αναλογία κινδύνου μετά από 11 χρόνια διέφερε ανάλογα με τον τύπο τραυματισμού στο γόνατο: για βλάβη χιαστού συνδέσμου ήταν 8,2, για ρήξεις μηνίσκου 7,6, για κάταγμα του ανώτερου άκρου της κνήμης / επιγονατίδας 7,0, για τραυματισμό πολλαπλών δομών 6,5, για εξάρθρωμα 5,9, για ρήξεις χόνδρου 5,2, για τραυματισμό συνδέσμων 4,9 και για μώλωπα 3,2.
Κατά μέσο όρο, οι άνθρωποι με τραυματισμό χιαστού συνδέσμου ανέπτυξαν οστεοαρθρίτιδα 16 μήνες ταχύτερα από τους ανθρώπους χωρίς τραυματισμούς στο γόνατο, οι οποίοι εμφάνισαν επίσης οστεοαρθρίτιδα. Για ρήξη μηνίσκου, η διαφορά ήταν 12 μήνες και για κατάγματα 8 μήνες.
Οι ερευνητές με έκπληξη διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχε μεγαλύτερη διαφορά στον χρόνο χωρίς την ασθένεια (disease-free time). Πιστεύουν ότι αυτοί οι άνθρωποι χωρίς τραυματισμούς που ανέπτυξαν οστεοαρθρίτιδα πρέπει να είχαν κάποιο άλλο παράγοντα κινδύνου, όπως γενετική προδιάθεση ή παχυσαρκία.
Η οστεοαρθρίτιδα αποτελεί τον κυριότερο λόγο που οι άνθρωποι οδηγούνται στο χειρουργικό τραπέζι για αντικατάσταση της άρθρωσης του γόνατος. Παρότι οι περισσότεροι ασθενείς που καταφεύγουν στην αρθροπλαστική, προκειμένου να συνεχίζουν να είναι ανεξάρτητοι, είναι, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, ηλικιωμένοι, δεν είναι τόσο σπάνιες οι φορές που οι χειρουργοί καλούνται να χειρουργήσουν νεαρότερους ανθρώπους. Το ευτύχημα όμως είναι ότι έχουν πλέον στη διάθεσή τους ασφαλείς τεχνικές και προηγμένα εργαλεία που δίνουν τη δυνατότητα γρήγορης ανάρρωσης. Ειδικά με την ελάχιστα επεμβατική τεχνική αρθροπλαστικής γόνατος MIK οι ασθενείς είναι σε θέση όχι μόνο να λειτουργούν αυτόνομα μετεγχειρητικά, αλλά και να επανέλθουν ταχύτατα στις δραστηριότητές τους αλλά και στην εργασία τους μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες.
Δρ. Αθανάσιος Τσουτσάνης